Σάββατο 27 Δεκεμβρίου 2014

Ο προσδιορισµός της κατηγορίας χορών «Μπεράτι»


Του Παντελή Καβακόπουλου
Μουσικολόγου

Κοινό χαρακτηριστικό των περισσοτέρων κυκλικών χορών της Ελλάδας είναι αυτός που κινείται «στα τρία». ∆ηλαδή, τρία βήµατα δεξιά και τρία επί τόπου, σε σύνολο έξι.
Παρόµοιος χορός µε το ίδιο όνοµα είναι και ο χορός που κινείται στα τέσσερα. Όµως, ο λαός, λόγω του ότι ο χορός κινείται παρόµοια µε αυτόν «στα τρία», τον άφησε µε το ίδιο όνοµα.
Ο µορφικός χαρακτήρας στην πλαστική κίνηση του χορού δεν είναι πάντα ο ίδιος. Εξαρτάται από ποια περιοχή του ελληνικού χώρου προέρχεται, αν δηλαδή είναι σεµνός, αργός, γρήγορος, πηδηχτός.
Τα βήµατα των ελληνικών χορών σε παλµική κίνηση ποδιών, κορµού, χεριών και κεφαλιού, κατά περιοχές είναι διακριτά. Το κατά περιοχές µουσικοχορευτικό ιδιόχρωµα διαµορφώνεται ασυναίσθητα από γενιά σε γενιά, µέσα από την παράδοση. Είναι αυτό που κινεί το ενδιαφέρον όλων των ερευνητών να πλησιάσουν στην πηγή, να ακούσουν τη µουσική και τους αντίστοιχους χορούς και να τους καταγράψουν. 
Παράδειγµα: Όλοι µιλούµε την ίδια ελληνική γλώσσα, όµως η τοπική διάλεκτος της κάθε περιοχής, παρουσιάζει το δικό της ιδιόµορφο λαογραφικό ενδιαφέρον για µελέτη και διάσωση της ντοπιολαλιάς.
Η προβολή του χορού στα σηµερινά δεδοµένα παρουσιάζεται διττά. Η πρώτη µορφή χορού είναι η θεατρική όψη. ∆ηλαδή, η έντεχνη χορογραφία, η φιγουράτη κίνηση µε τα διάφορα σκέρτσα και τα πηδήµατα των χορευτών.
Είναι κίνηση, που εξασκεί και δυναµώνει τους µυς, τις κλειδώσεις των ποδιών, της µέσης και γενικότερα όλη την κορµοστασιά των χορευτών. Είναι καθαρά γυµναστική µε κινήσεις ρυθµικών βηµάτων χορού.
Η δεύτερη µορφή είναι η µεθυστική αγάπη του χορού, µέσα από την ευαισθητοποιηµένη, σε αργή αγωγή, µελωδία, που δίνει στους χορευτές, την εξίσου καλλιτεχνική δηµιουργία στην κίνηση, στη χορευτική ανάπλαση, τη λυγεράδα, τη συγκίνηση και γενικά την παρουσία του χορού, άλλοτε σε κύκλο και άλλοτε σε διπλό κάγκελο, σε απλά παραδοσιακά χορευτικά βήµατα, όπως πλάθεται το παραδοσιακό ζυµάρι της νοικοκυράς.

Αυτές οι δύο χαρακτηριστικές µορφές του χορού είναι:
Πρώτον οι χορευτές εκείνοι που κινούνται από τον ρυθµό, έστω και αν ο ρυθµός αυτός εκτελείται από ένα ντέφι ή ένα τουµπελέκι ή από κάποιον που παίζει πιάνο. Και, δεύτερον, όταν το σύνολο των χορευτών βιώνει το παραδοσιακό µουσικό άκουσµα και ξεσηκώνεται από την καλλιτεχνική και ευαισθητοποιηµένη µουσική των οργανοπαικτών.
Εξετάζοντας τους ελληνικούς χορούς, µορφολογικά, όλοι τους κινούνται, κατά κάποιο τρόπο, στα ίδια βήµατα. Η διαφορά είναι η φορά και ο ιδιόµορφος χαρακτήρας στη χορευτική παρουσία. ∆ηλαδή, ο τρόπος έκφρασης στην κίνηση, πάντα δεξιά, ελάχιστες φορές αριστερά και µε επιτόπια βήµατα, µπροστά, πίσω, αριστερά και πάλι δεξιά.
Ο ιδιόχρωµος, κατά περιοχές, χορευτικός βηµατισµός στην όλη πλαστικότητα του κορµιού, είναι εκείνος, που δίνει τον ξεχωριστό ποιοτικό χαρακτήρα.
Η παλµική βιωµατική χορευτική κίνηση του κορµιού, των ποδιών, των χεριών, του κεφαλιού είναι τα διακριτά σηµεία, που ξεχωρίζουν τον γνήσιο από τον έντεχνο χορό.
Οι περισσότεροι χοροί κινούνται «στα τρία». Θεσσαλία, Ήπειρο, Μακεδονία, Αιγαιοπελαγίτικα νησιά, όπως και σε αυτά του Ιονίου. Όµως, οι όµοιοι αυτοί χοροί, µεταξύ τους διαφέρουν στην αγωγή του ρυθµού, στις διαφορετικές χρονικές αξίες του κάθε βήµατος, στην κίνηση και γενικά στην όλη εκφραστική παρουσία. Όµως, ποιός παράγοντας είναι εκείνος, που παρουσιάζει όλη αυτή την παλµική διαφοροποίηση; Είναι τα διαφορετικά, κατά περιοχές, ρυθµικά µετρικά σχήµατα, που ορίζουν τη µορφή και τη χροιά χορού και µουσικής.
Παράδειγµα: όλοι µιλούµε την ίδια ελληνική γλώσσα, όµως η διαφορετική διάλεκτος της κάθε περιοχής έχει τη δική της σε άκουσµα σαγήνη, τον δικό της µορφικό χαρακτήρα. 

Τ ο  Μ π ε ρ ά τ ι

Ο πιο πάνω πρόλογος είναι µια κατατοπιστική εισαγωγή, µέσα από την οποία µου δίνεται η ευκαιρία να ανακοινώσω µία εξέχουσα µουσικοχορευτική επωνυµία χορών της Ελλάδας, µε το όνοµα «Μπεράτι» ή «Μπεράτσε», όπως λέγεται και στον νοµό Φλώρινας.
Η έννοια της λέξης «Μπεράτι» δεν είναι κατηγορία µίας συγκεκριµένης µελωδίας µε τον αντίστοιχό της ρυθµό, χορό, τραγούδι, όπως ο τσάµικος, ο συρτός πηδηχτός, ο επονοµαζόµενος καλαµατιανός ή ο συρτός νησιώτικος, στα τρία κ.λπ. Οι χοροί αυτοί ανήκουν, σε ορισµένες συγκεκριµένες κατηγορίες, όπως τις κατέταξε ο λαός. Πάνω σε διαφορετικά θέµατα τραγουδιών και µουσικών κλιµάκων, υφαίνεται ένας συγκεκριµένος ρυθµός. Ο ρυθµός αυτός µπορεί να είναι 6σηµος σε τσάµικο χορό, ή 7σηµος σε καλαµατιανό ή 4σηµος σε συρτό κ.λπ. Οι χοροί αυτοί είναι, αυτονόητοι, µε το όνοµά τους και µε διαφορετικό αντίστοιχο τραγούδι.
Το «Μπεράτι» δεν είναι µια συγκεκριµένη κατηγορία χορών, ούτε στο ρυθµό, µα ούτε και στη µουσική. 
Τα «Μπεράτια» είναι πολλά και το καθένα έχει τη δική του µουσική και το δικό του ξέχωρο ρυθµό. Και, ενώ, θα έπρεπε ο κάθε ρυθµός να έχει µια καθορισµένη επωνυµία, παραδόξως όλα αυτά τα διαφορετικά µπεράτια έχουν το γενικό όνοµα «Μπεράτι». Π.χ. έχουµε τα λογής – λογής τσάµικα µε τον ίδιο πάντα συγκεκριµένο 6σηµο µέτριο ρυθµό. Παλαιότερα, ο ρυθµός αυτός ήταν αργός. Σήµερα, γενικά, όλοι οι χοροί είναι γρήγοροι, εκτός της περιοχής Αγρινίου και Ξηρόµερου. Το ίδιο και µε τις κατηγορίες «Καλαµατιανός», «Συρτός», «Στα τρία» κ.λπ. Στην επωνυµία «Μπεράτι» σε ορισµένους σκοπούς ο ρυθµός είναι συγκεκριµένος, όπως και στο τραγούδι. Τα ολίγα αυτά µπεράτια που σώζονται, στον µεγαλύτερο χώρο της Ελλάδας είναι οργανικά, αλλά υπάρχουν και µερικά µε τραγούδι.
Τα Μπεράτια, που υπάρχουν σε όλες τις άλλες περιοχές της Ελλάδας, εκτός της Κεντρικής Μακεδονίας, της Θράκης και των νησιών, που δεν τα ξέρουν και δεν τα χορεύουν, έχουν διαφορετικούς ρυθµούς αλλά, όµως, ο χορός κινείται στα ίδια βήµατα, τα οποία έχουν διαφορετικές χρονικές αξίες. Η µόνη οµοιότητα σε αυτά τα µπεράτια είναι η αγωγή, που είναι πάντα αργή µε µία ιδιόµορφη τονικότητα και βαρύτητα στο κάθε τους βήµα και στο κάθε µουσικό µοτίβο. Οι µελωδίες είναι πολλές, αλλά τα ρυθµικά τους σχήµατα ποικίλουν. Ένα σπάνιο, σε 4σηµο ρυθµό, είναι και το τζουµερκιώτικο µπεράτι, ενώ, µερικά άλλα είναι, σε 5σηµα, 8σηµα και 10σηµα µέτρα.

Σε πολλές περιοχές του ελληνικού χώρου, όπως στην Ήπειρο, την Πελοπόννησο, τη Στερεά Ελλάδα, τη Θεσσαλία και τη ∆υτική Μακεδονία, συναντούµε και ορισµένες επώνυµες µελωδίες, που ο λαός τις λέει µπεράτια. Τέτοια γνωστά και επώνυµα, στον ρυθµό τους, µπεράτια, σε 7σηµο µε τραγούδι ρυθµό, είναι δύο, το «Χειµαρριώτικο» και το «Μπαίνω µεσ’
τ’ αµπέλι σαν νοικοκυρά». Ο λαός δεν τα λέει µε το όνοµά τους, αλλά το καθένα από αυτά, τα προσφωνεί ως «Μπεράτι».
Ο πρώτος του χορού παραγγέλνει στους οργανοπαίχτες «παίξε µου ένα µπεράτι» και οι µουσικοί παίζουν όποιο µπεράτι τους «έρθει» εκείνη τη στιγµή στο µυαλό. Συνήθως, παίζουν το «Χειµαρριώτικο» ή το «Μπαίνω µεσ’ τ’ αµπέλι». Και τα δύο κινούνται στον ρυθµό του καλαµατιανού. Όµως, η διαφορά του καλαµατιανού από το µπεράτι είναι µεγάλη.
Στην Ήπειρο, υπάρχουν ανώνυµα µπεράτια σε 5σηµο ρυθµό, που στη διάρκεια της µουσικής ο ρυθµός του χορού, µέσα από τις πενιές του λαούτου και του ντεφιού, µετατρέπεται σε 10σηµο µετρικό σχήµα. Αυτά τα συγκεκριµένα κρούσµατα των δύο οργάνων είναι αυτά που ορίζουν και τον παλµό του χορού.
Στον ίδιο, επίσης, χώρο, όπως και στη ∆υτική Μακεδονία, υπάρχουν και µπεράτια σε 8σηµο ρυθµό.
Όλα τα Μπεράτια κινούνται πάντα στην ίδια ρυθµική αγωγή, όµως σε διαφορετικό χρωµατικό και συναισθηµατικό ποιοτικό χαρακτήρα, όπως είναι το µπεράτι που χορεύουν στους νοµούς Πρέβεζας και Άρτας.
Όλα τα Μπεράτια, ενώ, έχουν το καθένα διαφορετικά, κατά περιοχές, µουσικά και ρυθµικά ακούσµατα, εν τούτοις λέγονται µπεράτια. Και διερωτάται ο αναγνώστης γιατί.
Τη σχετική εξήγηση την έχω διατυπώσει προ πολλών χρόνων στα πρακτικά της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστηµίου των Ιωαννίνων, το 1976 – 1977, όταν σαν έκτακτος συνεργάτης ερευνούσα, ηχογραφούσα και κατέγραφα τραγούδια της περιοχής. Παράλληλα, κατέγραψα έναν σεβαστό αριθµό τραγουδιών, επεξηγώντας και αναλύοντας, µουσικολογικά, και τα µπεράτια.
Την επεξήγηση αυτή την επαναλαµβάνω και πάλι πιο αναλυτικά, µέσα από την πολυετή εµπειρία µου ως παραδοσιακός βιολιστής από τα µικρά µου χρόνια.
Απ’ ότι ξέρουµε, ο 7σηµος ρυθµός στα δύο επώνυµα µπεράτια, το «Χειµαρριώτικο» και το «Μπαίνω µεσ’ τ’ αµπέλι», θα έπρεπε να χορεύεται στα 12 βήµατα του γνωστού σε αγωγή καλαµατιανού, όπως και όλα τα τραγούδια του αυτού ρυθµού. Όµως, όλα τα µπεράτια χορεύονται, σε αργόσυρτο ρυθµό, σε τρία εναλλασσόµενα βήµατα, µία µε το δεξί και µία µε το αριστερό πόδι.
Οι σκοποί αυτοί ακολουθούν µία ιδιάζουσα σωµατική χορευτική βαρύτητα, µέσα από τη ρυθµική αγωγή. Είναι αργόσυρτα µέλη, έτσι που η όλη κορµοστασιά του πρώτου χορευτή να έχει την άνεση να δίνει µεγαλύτερη σηµασία στη σωµατική ευλύγιστη προβολή, σε αντίθεση µε τον κλασικό αλέγκρο καλαµατιανό. Όµως, το παραδοσιακό «µπεράτι», που
προέρχεται από το όνοµα της πόλης Βεράτι ή Μπεράτι, παρουσιάζεται και στα χωριά της Βορείου Ηπείρου. Το µέλος του είναι αργό µε συγκοπές και µε την ανάλογη, στα βήµατα, βαρύτητα του ρυθµού.
Εδώ, µουσική και χορός προβάλλονται στην ολότη- τά τους από τον χορευτή, µε υπέρµετρο αίσθηµα ενθουσιασµού, µέσα από τον οποίο χορεύει η ψυχή και πολύ λιγότερο τα πόδια και το σώµα. Εδώ, χορεύει η καρδιά και όλος ο ψυχικός κόσµος του χορευτή, απολαµβάνοντας ταυτόχρονα τα δύο συνθετικά: µουσική και χορό.
Πολλές φορές, ο πρώτος του χορού λέει στους οργανοπαίχτες για να παίξουν ένα «βαρύ µπεράτι» ή «βάρα µου στα χοντρά», δηλαδή σε χαµηλή σκάλα «λεσκοβικιάρικα», δηλαδή, σε αργό, βαρύ ρυθµό.
∆υστυχώς, στις µέρες µας, το «µπεράτι» σαν χορός δεν έχει την παλιά του ιδιόµορφη αίγλη.
Το είδος αυτού του χορού και της µουσικής µόνο σε αρβανίτικους µπερατιανούς και λεσκοβικιάρικους σκοπούς τους συναντούσα στα νεανικά µου χρόνια.
Τα µπεράτια, που χορεύονται στον µεγαλύτερο στεριανό χώρο, ανάλογα µε τον ποιοτικό χαρακτήρα, της κάθε περιοχής, κράτησαν, ωστόσο, τη συγκεκριµένη αργή και τη βαρύνουσα των µοτίβων αισθησιακή του σώµατος έκφραση, που διαµόρφωσε η διαχρονικότητα µέσα από την παράδοση.
Το ιδιόµορφο αυτό είδος έκφρασης του χορού µπεράτι, σε όποιο ρυθµό και αν ανήκει (ακόµη και πριν από τον τύραννο Αλή Πασά, µε τους διωγµούς, τις µετακοµίσεις και τα ταξίδια), έγινε ένας παραδοσιακός φορέας, που διαµόρφωσε διαχρονικά τον ιδιάζοντα µορφικό χορευτικό του χαρακτήρα.
Παραθέτω ένα από τα 7σηµα µπεράτια, το επώνυµο «Χειµαρριώτικο». 



Δημοσιεύθηκε στο ΧΟΡΟΣΤΑΣΙΙανουάριος - Φεβρουάριος - Μάρτιος 2007. Τριμηνιαία έκδοση του Κέντρου Ελληνικού Χορού και Λαϊκού Πολιτισμού, Αρ. Τεύχους 18.

* Εισήγηση στο 3ο Επιστηµονικό Συµπόσιο µε θέµα: «Παράδοση και Πολιτισµός», που έγινε στην αίθουσα του Φ.Σ. Παρνασσός στις 25.2.2006 στο πλαίσιο των επετειακών εκδηλώσεων για τα τρία χρόνια έκδοσης του περιοδικού ΧΟΡΟΣΤΑΣΙ.
Προσφωνώντας τον κ. Καβακόπουλο ο Πρόεδρος της συνεδρίασης καθηγητής κ. Μιχάλης Γ. Μερακλής είπε τα εξής: «∆ίνοντας τον λόγο στον κ. Παντελή Καβακόπουλο µε τον οποίο είχα τη χαρά να συνεργαστώ, φιλοξενώντας τον τουλάχιστον για έξι µήνες στο Πανεπιστήµιο των Ιωαννίνων, όπου θα συγκέντρωνε και θα µελετούσε κι άλλο µουσικολογικό υλικό, θυµάµαι κάτι που είχε πει ο κορυφαίος µελετητής της δηµοτικής µας λαϊκής µουσικής, ο Samuell Bo Bovy, ότι ο Καβακόπουλος κάνει ένα είδος διαλεκτολογίας στην περιοχή της µελέτης της µουσικής παράδοσης.
Πραγµατικά, πάντα µε εντυπωσίαζε η ετοιµότητά του να αναγνωρίζει αµέσως, από πού µπορεί να προέρχεται ένα τραγούδι ακούγοντας ακόµη και ένα φθόγγο, τον πρώτο φθόγγο ή τον πρώτο ήχο του τραγουδιού. Έχει µια σοφία γύρω από τα θέµατα αυτά, η οποία καταγράφεται άλλωστε και στα βιβλία που έχει εκδώσει και επί τη ευκαιρία µπορώ να πω, ότι βραβεύτηκε το πρόσφατο βιβλίο του, που έχει τίτλο «Σκοποί και Χοροί της Βορειοδυτικής Μακεδονίας», από την Ακαδηµία Αθηνών, µε εισήγηση του ακαδηµαϊκού κ. Μενέλαου Παλάντιου».




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η κόσμια κριτική και η ανταλλαγή απόψεων μεταξύ των σχολιαστών είναι σεβαστή. Σχόλια τα οποία υπεισέρχονται σε προσωπικά δεδομένα ή με υβριστικό περιεχόμενο να μην γίνονται. Τα σχόλια αποτελούν καθαρά προσωπικές απόψεις των συντακτών τους. Οι διαχειριστές δεν ευθύνονται σε καμία περίπτωση για τυχόν δημοσίευση υβριστικού ή παράνομου περιεχομένου στα σχόλια των αναρτήσεων.Τα σχόλια αυτά θα διαγράφονται με την πρώτη ευκαιρία.